ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΗ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΣΥΛΛΟΓΩΝ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΚΡΗΤΗΣ / ΦΩΤΟ, ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΙΚΟ ΡΕΘΥΜΝΟΥ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΒΑΠΕ.

Δεν είναι χάρτες δασικοί, είναι χάρτες επενδυτικοί

Επικαιρότητα Τα δάση

Πώς φτάσαμε στο σημείο εκείνο όπου οι δημοκρατικά εκλεγμένες ηγεσίες ενός κράτους της Ε.Ε. αναδιανέμουν με συνοπτικές διαδικασίες τη δημόσια και ιδιωτική γη σε επενδυτές, εκτοπίζοντας είδη χλωρίδας και πανίδας αλλά και τους ανθρώπινους πληθυσμούς, στο όνομα της εγκατάστασης μονάδων ενεργειακής εκμετάλλευσης; Με ποιές διαδικασίες συμβαίνει αυτή η μεθόδευση; Ποιοί νέοι αγώνες για την υπεράσπιση της γης μπορούν να γεννηθούν σε αυτή τη συνθήκη του ιδιοκτησιακού ανασχηματισμού;

Ο συνεχιζόμενος επαναπροσδιορισμός του περιεχομένου και των διαδικασιών του νομοθετικού πλαισίου εγκαθιδρύει ως σημαντικότατη ανάγκη των σύγχρονων κοινωνιών (ή καλύτερα της παγκόσμιας αγοράς και του καπιταλιστικού ανταγωνισμού) τη συνεχή τροφοδοσία του αναπτυσσόμενου τρίπτυχου περιβάλλον-ενέργεια-ανάπτυξη. Με γνώμονα την απελευθέρωση της αγοράς της ενέργειας και των φυσικών πόρων, η νομοθεσία δεν καταπιάνεται πλέον με την προστασία και την οριοθέτηση της εκβιομηχάνισης. Με τον εκσυγχρονισμό του Χατζηδάκη στο περιβαλλοντικό νομοσχέδιο (2020) και άρθρα, όπως τα υπ’ αριθμό 218 και 219, καταλύεται θεσμικά κάθε προστασία που είχε ήδη κατοχυρωθεί σε παλαιότερες διακυβερνήσεις. Μοιάζει να μην υπάρχει πλέον το Υπουργείο Περιβάλλοντος, η Διεύθυνση της Βιοποικιλότητας, ή η προστατευτική αρμοδιότητα των δασαρχείων. Μοιάζει να αποφεύγεται κάθε μηχανισμός προστασίας των ευρωπαϊκών συμβάσεων κατά τις οδηγίες της Ε.Ε..

Αρπαγή της γης

Πολιτικά και κοινωνικά ετοιμάζεται ένα έδαφος για να σταθεροποιηθεί η νομιμοποίηση της λεγόμενης, αποικιοκρατικής προέλευσης, «αρπαγή της γης», που σημαίνει και τη νόμιμη συντριβή κάθε αντίστασης, κάθε υπεράσπισης της γης που απειλείται από τα  ενεργειακά μεγκα-πρότζεκτς. Το κράτος προωθώντας το ενεργειακό-εξορυκτικό μοντέλο αλλά και το αναπτυξιακό-τουριστικό, με τη χαλάρωση του νομοθετικού πλαισίου για τις αδειοδοτήσεις, τη χαλάρωση των περιβαλλοντικών ελέγχων και εγκρίσεων, την παροχή κάθε είδους πόρων στις εταιρείες (δείτε το «Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας») δημιουργεί ευνοϊκές συνθήκες για την περαιτέρω εισβολή των πολυεθνικών σε περιοχές μέχρι πρότινος προστατευόμενες. Αντίστοιχα, θεσμοθετείται η ποινικοποίηση της υπεράσπισης των τόπων, ο εκτοπισμός και η δίωξη όσων αντιστέκονται. Η στρατιωτικοποίηση των εδαφών που προορίζονται για αναπτυξιακά έργα μπορεί να είναι η αμέσως επόμενη κρατική γραμμή. Ένα τέτοιο παράδειγμα μας έρχεται από τις μακρινές (όχι και τόσο πλέον) χώρες της Λατινικής Αμερικής. Συγκεκριμένα στην Κολομβία δημιουργήθηκαν ειδικά τάγματα για την προστασία των έργων, τα Ενεργειακά Μεταλλευτικά Τάγματα (το 30% του συνόλου των ενόπλων δυνάμεων).

Αναγκαστικές απαλλοτριώσεις γης

Πώς ξεκίνησαν οι αναγκαστικές απαλλοτριώσεις; Το 2008, το Συμβούλιο της Επικρατείας, με απόφασή του, αποδέχθηκε την εγκατάσταση σταθμών ηλεκτροπαραγωγής από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) μέσα σε δάση και δασικές εκτάσεις, ιδιωτικές ή δημόσιες, και την επιβολή αναγκαστικής απαλλοτρίωσης για το σκοπό αυτό. Όπως αναφέρει η αρχιτέκτονας Βάνα Σφακιανάκη, ενεργή στο Συντονιστικό κατά των ΒΑΠΕ της Κρήτης, «το 2016 έγινε γνωστή αναγκαστική απαλλοτρίωση για αιολικό σταθμό στην Τήνο από τη ΔΕΗ Ανανεώσιμες,  το 2020 στην Εύβοια από την Αιολική Μαρμαρίου Εύβοιας Ο.Ε. ενώ η Επιτροπή Αγώνα Άνδρου Ενάντια στην Εγκατάσταση Βιομηχανικών Ανεμογεννητριών προειδοποιεί για αναγκαστική απαλλοτρίωση τριάντα αγροτεμαχίων συνολικής έκτασης 128.075,84 μ2 πάλι από τη ΔΕΗ Ανανεώσιμες». Στην περίπτωση της Άνδρου, πρέπει να ακολουθηθεί μία χρονοβόρα διαδικασία για τη διεκδίκηση αποζημιώσεων. Η Επιτροπή Αγώνα Άνδρου αναφέρει: «οι ιδιοκτήτες αγροτικών εκτάσεων-αγροτεμαχίων –σημειωτέων ότι δεν περιλαμβάνονται σ’ αυτά και εξαιρούνται της αποζημίωσης μέσω απαλλοτρίωσης δασικές και χορτολιβαδικές εκτάσεις – μπορούν ξαφνικά να χάσουν την ιδιοκτησία τους με την διαδικασία της απαλλοτρίωσης και θα μπορούν μόνο να αποζημιωθούν επί τη βάσει σχετικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Σύρου που θα ληφθεί κατόπιν αιτήσεως της Εταιρείας για καθορισμό προσωρινής τιμής μονάδας και όταν αυτή παρακατατεθεί στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, τότε θα συντελεστεί (θα ολοκληρωθεί) η διαδικασία της Απαλλοτρίωσης και θα μπορεί η Εταιρεία να κάνει εργασίες επί των απαλλοτριωθέντων εκτάσεων. Τυχόν μεγαλύτερη τιμή μονάδας, που όμως δεν αναστέλλει τις εργασίες, μπορεί να διεκδικήσουν, κατόπιν αιτήσεώς τους και με δικές τους δαπάνες οι ιδιοκτήτες, ενώπιον του Εφετείου Αιγαίου για τον καθορισμό οριστικής τιμής μονάδας, γεγονός που σημαίνει έξοδα, ταλαιπωρία και αβέβαια αποτελέσματα.»

Το παράδειγμα της Βαλαώρας

Στη δική μας περιοχή των Αγράφων, η πράξη χαρακτηρισμού 3.200 στρεμμάτων των βοσκοτόπων της Βαλαώρας για την τοποθέτηση φωτοβολταϊκών (2020) συνέβη από το δασαρχείο Καρπενησίου για την ικανοποίηση του αιτήματος ιδιωτικής εταιρείας. Η διαδικασία ολοκληρώθηκε μέσα σε μόλις δύο μέρες, ενώ σε άλλες περιπτώσεις, η συνήθης διαδικασία μίας κοινής αγοραπωλησίας χρειάζεται έκδοση χαρακτηρισμού που απαιτεί 6 μήνες έως 1 έτος. Η πράξη χαρακτηρισμού έγινε πριν εγκριθεί η Ειδική Οικολογική Αξιολόγηση (Ε.Ο.Α.) από την αρμόδια Διεύθυνση Βιοποικιλότητας του Υπ. Περιβάλλοντος, χωρίς ενημέρωση των κατοίκων που ζουν στην περιοχή. Οι εκτάσεις του βιότοπου της Βαλαώρας φιλοξενούν μία ιδιαίτερη μορφή νομαδικής κτηνοτροφικής δραστηριότητας. Με τη αρπαγή της γης από τους κτηνοτρόφους και τα κοπάδια τους, ο εκτοπισμός επιβαρύνει και την ίδια την παραδοσιακή δραστηριότητα, που αν δεν χαθεί εξ ολοκλήρου, πρέπει να αλλάξει σε απόλυτα σταβλισμένη κτηνοτροφία. Αυτό συνιστά υποβάθμιση του περιβάλλοντος και της τροφής όχι μόνο, σε πρώτο επίπεδο για τους πληθυσμούς που συνεχίζουν να διαμένουν σε μη αστικοποιημένες περιοχές. Σε δεύτερο επίπεδο, επηρεάζει την τροφή και την υγεία των κατοίκων των πόλεων. Μελλοντικά, ο βοσκότοπος της Βαλαώρας θα είναι άχρηστος για καλλιέργεια, απροσπέλαστος, περικλεισμένος σε περιφράξεις και απειλούμενος από ερημοποίηση, χωρίς δυνατότητα αποκατάστασης της γης και του τοπίου.

Οι δασικοί χάρτες της Κρήτης

Στην Κρήτη, με τη σύνταξη των δασικών χαρτών, εκτάσεις που είναι αγροτικές ή χρησιμοποιούνται από τους κτηνοτρόφους για δεκαετίες, βρίσκονται σε εκκρεμότητα τίτλων. Οι πρόσφατες αλλαγές στη νομοθεσία σχετικά με την κατοχή, μεταβίβαση, αγοραπωλησία ή μίσθωση της γης, ενώ για τους επενδυτές έγινε μία απλοποιημένη διαδικασία, για τους μικροϊδιοκτήτες, αγρότες, κτηνοτρόφους καταλήγει ένας άθλος γραφειοκρατίας. Οι καταθέσεις ενστάσεων από πολίτες, που ζουν και εργάζονται σε περιοχές εντός των δασικών χαρτών, απαιτεί την εργασία τοπογράφου, δασολόγου και δικηγόρου. Το Συντονιστικό Ρεθύμνου αναφέρει: «Αφού πάνω από έναν αιώνα το πελατειακό κράτος δεν διασφάλισε την δασική του περιουσία και τον δημόσιο χαρακτήρα της, ανεχόμενο καταπατήσεις και κάθε είδους αυθαιρεσίες μέσα σε δάση, αφού έστειλε στις ελληνικές καλένδες την συνταγματική επιταγή για δημιουργία δασολογίου (που θα αποτύπωνε τις δασικές εκτάσεις πληρέστερα), οι μνημονιακές εντολές επέβαλαν την λύση των δασικών χαρτών. Όχι πως ενδιαφέρονταν οι δανειστές μας για την προστασία των δασών αλλά επειδή χρειάζονταν ένα πλαίσιο για επενδύσεις και “αξιοποίηση” της δημόσιας περιουσίας. Ήδη, εν όψει της επέλασης των ΑΠΕ, είχαν προηγηθεί σε χρόνο ανύποπτο για τους πολίτες νόμοι “αντισυνταγματικοί” που ευνοούσαν τις επενδύσεις σε δασικές εκτάσεις.»

Η αναζήτηση ενός κοινού τόπου για συλλογικές διεκδικήσεις δεν αποσκοπεί μόνο στην ικανοποίηση του ιδιοκτησιακού συμφέροντος και των αποζημιώσεων. Ο κόσμος των πόλεων και των χωριών της Κρήτης συνειδητοποιεί ότι το μέλλον του τόπου τους προδιαγράφεται ζοφερό. «Είναι πλέον φανερό τι πρόκειται να συμβεί και ποια εικόνα θα παρουσιάζει ο τόπος μόλις ολοκληρωθεί η ενεργειακή διασύνδεση. Τα βουνά της Κρήτης θα γεμίσουν ανεμογεννήτριες και πολύτιμη γεωργική γη θα καταληφθεί από μια θάλασσα φωτοβολταϊκών. Πολλές χιλιάδες MW, υπερπολλαπλάσια από τις ανάγκες μας, θα παράγονται στο νησί με τους κατοίκους του αποκλεισμένους από την γη και τις περιουσίες τους.»

Νέοι κοινωνικοί μετασχηματισμοί

Η πλεκτάνη διαφορετικών συστημάτων αναγκαστικών απαλλοτριώσεων, που υφαίνει το κράτος με στόχο να αρπάξει τα «φιλέτα» προς εκμετάλλευση των πόρων, είναι βέβαιο πως θα συνεχίζει να επεκτείνεται μέχρι να αφυπνιστεί μία ενωτική συνείδηση αντίστασης, διεκδικήσεων και υπεράσπισης των τόπων από το ξεπούλημα. Σήμερα, αγροτικοί σύλλογοι και συνεταιρισμοί σε όλη τη χώρα συσπειρώνονται ενάντια στις μεθοδεύσεις, που γίνονται από-τα-πάνω με θεσμοθετημένες αποφάσεις της μίας νύχτας.

Ωστόσο, χρειάζεται προσοχή και παρατήρηση στους κοινωνικούς μετασχηματισμούς που έρχονται στο προσκήνιο, αφού το νομοσχέδιο Χατζηδάκη (2020) προδιαγράφει και άλλες επικίνδυνες εξελίξεις για τα κοινωνικά σύνολα. Η παράγραφος για την «προστασία του ιδιοκτήτη γης από αξιοποίηση εν αγνοία των οικοπέδων από επενδυτές» παραμονεύει τον κοινωνικό διχασμό. «Με το νομοσχέδιο επιχειρείται να εκλογικευθεί η χρήση γης για εγκατάσταση ΑΠΕ από υποψήφιους επενδυτές χωρίς την έγκριση των ιδιοκτητών τους. Συγκεκριμένα δίνεται η δυνατότητα στον ιδιοκτήτη γης να υποβάλλει ο ίδιος (ή ενοικιαστής του) αίτηση στον επόμενο αδειοδοτικό κύκλο και να προκριθεί αυτός έναντι του τρίτου επενδυτή.», διαβάζουμε στον, εξειδικευμένο σε θέματα ενέργειας, ηλεκτρονικό τύπο. Ο μικροιδιοκτήτης, ο αγρότης και ο κτηνοτρόφος πέρα από το ότι είναι πλέον αντιμέτωπος με τη λύσσα των εμπόρων και των μεσιτών και δεν έχει απομείνει καμία προστατευτική πολιτική που να διασφαλίζει το δικαίωμά του στη γη, επιπλέον φαίνεται εντάσσεται σε ένα πεδίο κοινωνικού ανταγωνισμού.

Μοιάζει να διανύουμε μία εποχή μιας μεγάλης κλίμακας αντιπαροχής στο όνομα της νέας αναπτυσσόμενης δυναστείας της ενέργειας. Οι επενδυτές ψάχνουν γη, παρθένα και ανέγγιχτη από την εκβιομηχάνιση, γη που θα μπορέσει να πουληθεί φτηνά ή να τους παραχωρηθεί δωρεάν. «Η Άδεια Επέμβασης σε δάσος και δασική έκταση που παρέχουν οι Δασικές Υπηρεσίες για την εκτέλεση των έργων, ενσωματώνεται στην Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (ΑΕΠΟ), χωρίς να απαιτούνται τίτλοι ιδιοκτησίας ή συμφωνητικά μίσθωσης γης για την έκδοσή της.», θα γράψει η Β. Σφακιανάκη.

Τί είναι όλο αυτό που συζητιέται σήμερα ως αρπαγή γης στην Ελλάδα; Είναι η θηλιά ενός νεοφιλελεύθερου συστήματος, μίας εξελιγμένης νεωτερικότητας που πνίγει την επιθυμία για ελευθερία, ζωή, διαφύλαξη της παράδοσης, συλλογική διεκδίκηση και υπεράσπιση των τόπων; Πόσο βίαια εγκαθιστά την κυριαρχία της η βιομηχανία των πολυεθνικών εκεί που άλλοτε φύτρωνε φλισκούνι κι άγρια μέντα; Πως αλλάζει τις ζωές μας, το συλλογικό φαντασιακό και τη σύνδεση των κοινοτήτων με το φυσικό κόσμο; Και στο ενδιάμεσο, πόσο θα περιμένουμε άπραγοι μπροστά στο δόγμα του σοκ, μέτοχοι κοινωνιών προσκολλημένων στο ατομικό συμφέρον; Πόσο αξίζει να διερωτηθούμε αν ο αγώνας είναι για εμάς και το συμφέρον της οικογένειάς μας, ή αν εν τέλει μιλάμε για την υπεράσπιση της Μητέρας Γης, της φύσης που μας επιτρέπει να υπάρχουμε.


“Εγκατάλειψη δεν σημαίνει ότι μπορεί να μου πάρει το κράτος την ιδιοκτησία”

Με την κατάρτιση των δασικών χαρτών (ΔΧ) δεν χαρακτηρίζεται απλά μία έκταση δασική ή όχι, αλλά θίγεται, έμμεσα σε πρώτη φάση και άμεσα μεταγενέστερα, το ίδιο το ιδιοκτησιακό καθεστώς, θα μας μας εξηγήσει ο Κ. Σούφλας, γενικός γραμματέας της Ένωσης Αγραφιώτικων Χωρών που λόγω επαγγέλματος ασχολείται με το θέμα πολλά χρόνια. “Πρώτον, όταν χαρακτηρίζεται μία έκταση δασική δεν μπορείς να κάνεις οποιαδήποτε κάρπωση πέρα των ενδεδειγμένων που προβλέπει ο δασικός κώδικας, κατ’ εξαίρεση δηλαδή φύτευση δασικών ειδών ή περιορισμένη ξύλευση. Δεύτερον, δεν μπορείς να χτίσεις. Πρέπει εφόσον υφίσταται έκταση η οποία δεν έχει δασικό χαρακτήρα, να παραχωρήσεις τμήμα της έκτασης στο δημόσιο για να μπορέσεις να χτίσεις στο υπόλοιπο. Και τρίτον, όταν αύριο κάποιος θέλει να μεταβιβάσει σε σένα, πρώτα πρέπει να ενημερώσει το δημόσιο αν θέλει να ασκήσει το προνόμιό του, για να αγοράσει αυτό την έκταση αντί για σένα”.

Δεδομένου ότι το 95% των κατοίκων της ορεινής ζώνης δεν έχουν τίτλους πριν το 1945, αυτό σημαίνει ότι το δημόσιο θα προβάλει δικαιώματα επί όλων αυτών των εκτάσεων; Και όταν αυτές τις εκτάσεις οι κάτοικοι τις χάσουν στα δικαστήρια σε ποιανού τα χέρια θα περάσουν; “Κοιτάχτε, αν παραμείνουν σ’ αυτούς τους ιδιοκτήτες που είναι σήμερα, στην καλύτερη να γίνουν κάποια αγροτική εκμετάλλευση ή κάποιο τουριστικό κατάλυμα ή να συνεχίσουν να είναι δασωμένοι αγροί, ή αγροί μικρής παραγωγικότητας. Αν φύγουν και οι εκτάσεις αυτές ενοποιηθούν –γιατί μετά ενοποιούνται-, είναι πολύ εύκολο, για ένα πολύ χαμηλό αντίτιμο ένας επενδυτής να πάρει μία ολόκληρη δασική έκταση έναντι ενός μισθώματος πολύ χαμηλό για 99 χρόνια. Κανείς επενδυτής δεν θα θέλει να αγοράσει ένα-ένα τα χωράφια από τους ιδιώτες γιατί με το που θα το κάνει με δυο-τρεις, οι υπόλοιποι θα αρχίσουν να ζητάνε τα μαλλιοκέφαλά τους”.

Η απώλεια της ιδιοκτησίας σημαίνει και απώλεια κινήτρων επιστροφής στην ορεινή περιοχή, καταλαβαίνουμε. “Με αυτές τις μεθόδους ο κόσμος απομακρύνεται από τα χωριά, από τις προβληματικές περιοχές. Και ποιες είναι αυτές; Αυτές που για παράδειγμα θέλουμε να εγκαταστήσουμε αιολικά πάρκα και υπάρχει αντίδραση των τοπικών κοινοτήτων. Ο χαρακτηρισμός περιοχών ως δασικών ευνοούν την αστικοποίηση με την έννοια ότι χάνονται τα κίνητρα επιστροφής στο χωριό και στην ορεινή περιοχή. Και άρα δημιουργεί τις προϋποθέσεις να είναι όλο και λιγότεροι αυτοί που κατοικούν εκεί και θέλουν να αντιδράσουν σε οποιαδήποτε επέμβαση καταστρέφει το φυσικό τους περιβάλλον”.

Στα μέρη μας από τις 40 και πλέον κοινότητες, που μαζί με τους οικισμούς μπορεί να φτάνουν στο σύνολο το 100, περίπου καμιά 15αριά οικισμοί χαρακτηρίζονται ως δασικοί, ενώ και τμήματα άλλων οικισμών εμφανίζονται ως δασικές εκτάσεις. Οι ίδιοι οι οικισμοί, όχι οι εκτάσεις τριγύρω. Ένας τεράστιος εισπρακτικός μηχανισμός θα τεθεί σε λειτουργία. “Αυτά τα π.χ. 145 σφάλματα αν θέλουν να τα διορθώσουν οι κάτοικοι είναι 145 επί 40 ευρώ. Δεν μπορείς να δίνεις δημόσιο χρήμα σε αυτούς που σου παρέδωσαν αυτά τα έργα, που φαίνονται με γυμνό μάτι τα λάθη τους και ουσιαστικά να αναγκάζεις στη συνέχεια τους πολίτες να προβούν σε ενστάσεις. Δηλαδή να γίνει τί; Να πληρώσουν πάλι τους δασικούς χάρτες οι πολίτες; Εδώ το 50% της έκτασης θέλει διόρθωση. Θέλω να πιστεύω ότι δεν ήταν εισπρακτικός ο σκοπός του νομοθέτη”.


Οι αυτό-οργανωμένες κοινότητες των Αγράφων

Το ανάγλυφο των βουνών δυσχέραινε την επικοινωνία και ήταν ένας πρώτος λόγος που πολλοί κάτοικοι δεν έχουν σήμερα τίτλους ιδιοκτησίας. “Η αξία της γης ήταν χαμηλή. Οι πιο κοντινοί συμβολαιογράφοι βρίσκονταν είτε στην Καρδίτσα είτε στην Ευρυτανία, στο Κεράσοβο, στα Φουρνά. Οπότε δύσκολα ξεκινούσε ο άλλος να κατέβει εκεί για να συντάξει συμβόλαιο. Υπάρχουν βέβαια και οι εξαιρέσεις, κυρίως στα τελευταία χρόνια, όπως στο χωριό Άγραφα στο οποίο, επειδή πριν από μια 20ετία ξεκίνησε ένα τρομερό αγοραστικό ενδιαφέρον ανθρώπων από την Αθήνα που πληρώναν αδρά και ήθελαν συμβόλαια, δημιουργήθηκαν τίτλοι. Όπως και γύρω από την λίμνη Πλαστήρα για τουριστικές επενδύσεις. Πέρα απ’ το ανάγλυφο, κάηκαν πολλά αρχεία των υποθηκοφυλακείων είτε από τους αντάρτες που ήθελα να χτυπήσουν την κεντρική διοίκηση είτε από τους Ιταλούς ή Γερμανούς όταν έφευγαν. Επίσης, ορισμένες περιοχές των Θεσσαλικών Αγράφων, αλλάξαν πολλές φορές το νομό στον οποίο υπάγονταν διοικητικά”.

Ο τρόπος ζωής των ορεσίβιων κοινοτήτων ήταν ένας δεύτερος λόγος. “Η αυτό-οργάνωση των κοινοτήτων οδήγησε στην απουσία τίτλων. Υπήρχε ο εθιμικός κανόνας της προφορικής μεταβίβασης ο οποίος δεν αμφισβητούνταν. Δεν είχαμε πολλές δικαστικές διενέξεις, πράγμα που σημαίνει ότι ο λόγος του ενός μετρούσε στον λόγο του άλλου. Το εθιμικό δίκαιο που επικρατούσε σε κάθε περιοχή διέφερε, οι μεταβιβάσεις γίνονταν είτε δια στόματος, είτε με ιδιωτικά συμφωνητικά, είτε με τα όπλα που ήταν το πιο ακραίο σενάριο όπως π.χ. σε ορισμένες περιοχές της Κρήτης. Αυτός που πήγαινε να καταπατήσει ήξερε ότι όλη η κοινότητα θα στρεφόταν εναντίον του. Δεν υπήρχε περίπτωση αυτός στη συνέχεια να επιβιώσει εκεί πέρα”.

Συμπέρασμα; “Αν κάποιος δεν κατανοήσει τί σημαίνει η αυτό-οργάνωση των κοινοτήτων του ορεινού όγκου, πώς αυτοί οι άνθρωποι πριν από 70 χρόνια προσπαθούσαν σε αυτές τις αντίξοες συνθήκες να επιβιώσουν και να ρυθμίζουν τα πάντα με βάσει αυτά που τους έδινε η γη και τη σχέση εξάρτησης και αγάπης που είχαν μαζί της, αν κάποιος δεν δει αυτά τα μέρη, δεν μπορεί να καταλάβει γιατί ποτέ δεν χρειάστηκε συμβόλαιο. Γιατί ποτέ η τότε κοινότητα δεν θα άφηνε να περάσει από εκεί ένας δρόμος να πάει να του φυτρώσει πάνω στην κορυφή ένα «παλιοκτσούμπι”, όπως λένε και οι παππούδες. Υπήρχε συλλογικότητα, ήταν κοινότητες αυτοδιοικούμενες, οπότε γενικά η εξάρτηση με τα κεντρικά περιορίζονταν στα αναγκαία. Με αυτές τις συνθήκες πορεύονται τα Άγραφα. Με αυτά τα προβλήματα. Υπάρχουν πολλές εκδοχές για το πως πήραν το όνομα τους αλλά όλες έχουν ένα κοινό, το δύσβατο της περιοχής που δημιουργούσαν αυτά τα βουνά. Και οποιοδήποτε έργο εκεί πάνω είναι σαν να αφαιρείς την ταυτότητα αυτής της περιοχής”.


Βοσκοτόπια διά του επτά

Στο πρώτο φύλλο της εφημερίδας είχαμε φιλοξενήσει μία συνέντευξη του Θωμά Κώτσια για το φωτοβολταϊκό που σχεδιάζει η εταιρεία Energy Solutions στο χωριό της Βαλαώρας, σε μία έκταση 3.200 στρεμμάτων, εκεί ακριβώς όπου είναι τα βοσκοτόπια των κατοίκων. Μαθαίναμε ότι όλη αυτή η περιοχή έχει δεσμευτεί από τον επενδυτή σε επτά κομμάτια των 450-500 στρεμμάτων. “Παίρνουν την άδεια από την Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) -την οποία δεν δεσμεύει ο νόμος να ζητήσει τίτλους του επίδοξου επενδυτή για την περιοχή- απλά αδειοδοτεί την περιοχή. Όταν πλέον αυτό ανακοινωθεί θα πρέπει οι ιδιοκτήτες και οι θιγόμενοι να προσφύγουν και να αντιδράσουν. Το γεγονός ότι έχουν χωρίσει επτά κομμάτια δεν είναι τυχαίο. Αυτό σημαίνει ότι και για τα επτά θα πρέπει να υπάρξουν ξεχωριστές προσφυγές. Μας εξοντώνει οικονομικά. Ξέρουν τι κάνουν”, μας έλεγε τότε ο Θωμάς. Σήμερα μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι ήξερε πάρα πολύ καλά ο επενδυτής τι έκανε. Με το νέο (αντι)περιβαλλοντικό νομοσχέδιο που ψηφίστηκε τον Μάιο του 2020, πλέον δεν απαιτούνται μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων για έργα έως 10 MW (το προηγούμενο όριο ήταν τα 5 MW). Έτσι το έργο στην Βαλαώρα ενώ είναι συνολικής ισχύος 70 MW, καθόλου τυχαία είχε “σπάσει” εξαρχής σε επτά οικόπεδα, αναμένοντας τη ψήφιση του κατάλληλου θεσμικού πλαισίου για να προχωρήσει η επένδυση. Στον κύκλο Δεκεμβρίου των αιτήσεων ΑΠΕ στην Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, το 68% αφορούσε έργα κάτω από 10 MW, (82% από αυτά ήταν φωτοβολταϊκά, 14% αιολικά και 0,5% μικρά υδροηλεκτρικά) που δεν χρειάζονται περιβαλλοντική μελέτη. Αλλιώς, 6.000 MW βιομηχανικών επενδύσεων ανά την επικράτεια σύμφωνα με τη νομοθεσία δεν θα έχουν καμία περιβαλλοντική επίπτωση!

Εάν είχαμε λίγο χιούμορ θα μπορούσαμε να γράψουμε ότι αυτή η εξέλιξη έκανε καλό… στην τσέπη των κατοίκων του χωριού. Επειδή, όμως, οι εποχές δεν μας επιτρέπουν μία πιο χιουμοριστική διάθεση, θα μεταφέρουμε απλά την αποφασιστικότητα των ντόπιων να υπερασπιστούν τον τόπο τους και τα μέσα επιβίωσής τους.